Κουκούλα.

Μια γυναίκα χωμένη μέσα στην κατάμαυρη κουκούλα της και φασκιωμένη από ρούχα το ίδιο σκοτεινά με την κουκούλα. Ένας ίσκιος που ρέμβαζε την αφομοίωσή του, την εκμηδένιση του σ’ ένα ορίζοντα πως όλα είναι τίποτα. Πολύ απομακρυσμένη απ’ τις γιορτές στο χριστουγεννιάτικό δέντρο του Συντάγματος. Οι άνθρωποι οι πιο θυμόσοφοι και οι πιο σοφοί γιορτάζουν όταν τα συναισθήματα και η ψυχική διάθεση τους είναι πράγματα γιορτινά. Συνήθως στις ευωχίες, στις αργίες, τις οικογενειακές κρασοκατανύξεις άνθρωποι σαν την εικονιζόμενη νιώθουν ανείπωτη θλίψη. Είναι μια τραγωδία να βλέπεις συνανθρώπους σου να ξεσαλώνουν μονάχα όταν τους το λένε οι δήμιοι τους. Το είχε γράψει και ο Μπωντλαίρ σαν ελεγεία για μια προσωπική του απελευθέρωση,  «κι από εκείνο τον καιρό αγαπώ τόσο τρυφερά, καθώς οι προφήτες την έρημο και τη θάλασσα, γελώ στα πένθη και κλαίω στις γιορτές, βρίσκω μια γεύση γλυκιά στο πιο πικρό κρασί, νομίζω πολλές φορές για ψέματα τις αλήθειες, και, με τα μάτια στον ουρανό, πέφτω σε γκρεμούς».

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία


Επιστροφή στην κορυφή