αρχαία σκάλα στη θάλασσα.
Και έπειτα πόρτες,
πόρτες που οδηγούν σε παραδείσους πρασίνου, σε στοιχειωμένα σπίτια, σε δωμάτια
άδεια με ξεχασμένες μέσα τους καρέκλες , μερικά γραφειοκρατικά χαρτιά. Πράγματα
δηλωτικά για το πέρασμα ανθρώπινων ζωών από τους χώρους τους. Κατάφερα και
απαθανάτισα λίγες στο Ψαλίδι, πολύ πιο φτωχή
περιοχή για το φωτογραφικό ενδιαφέρον απ’ την Λάμπη. Και κάτι αγροίκοι
εκεί στις εξοχές να κοιτάνε την φωτογραφική μηχανή λες και κρατούσα καλάσνικοφ.
Κάποιος πρέπει να ξυπνήσει την ευγένεια στις ψυχές αρκετών απ’ τους κατοίκους
αυτού του νησιού. Κι εγώ δεν είμαι εγέρτης. Απλώς αναρωτιέμαι ποιός μας θέλει
βαλτωμένους στην αδράνεια; Οι πόρτες μου, οι όμορφες πόρτες μου. Και οι γέφυρες είναι πόρτες. Οτιδήποτε
οδηγεί, βγάζει σε άλλο σημείο απ’ το αρχικό της στάσης μας είναι πόρτα. Όπως
αυτή η παμπάλαια σκάλα που βρήκα στη θάλασσα και έτσι που τα ξύλα της ήταν
φαγωμένα απ’ το αλάτι και τις θαλασσοταραχές δεν είχε κανένα φως στο τέλος της.
Αυτό να φοβάσαι, την σαγηνευτική πόρτα που κρύβει θάνατο και θλίψη. Μερικές φορές λατρεύω τα σπίτια χωρίς
παράθυρα και πόρτες, τα ερείπια. Σιχαίνομαι την ανακαίνιση. Πόσο παρελθόν απ’
τη ζωή μου κρύβεται πίσω απ’ αυτή τη λόξα μου. Νομίζω είναι αυτό που συμβαίνει
και σε όσους αγαπούν vintage ρούχα. Θέλουμε να
βλέπουμε την πατίνα του χρόνου πάνω στα αντικείμενα που κερδίζουν πιο πολύ τις
ματιές μας.