κουκουβάγια.
Πέρασα κάτι ηλεκτρόδια και
οπτικές ίνες, μικροκάμερες μέσα στο σώμα μιας κουκουβάγιας και την μεταποίησα
σε κουκουβάγια περισκόπιο. Ο φόβος μου -του καταθλιπτικού- να ξεμυτίζω απ’ το
ενδιαίτημά μου στιγμές που ο δρόμος μπροστά του είναι πολύβουος από κόσμο, τώρα,
θα εξαλειφόταν. Οι φακοί που προσάρμοσα στα μάτια της κουκουβάγιας στο δικό της
ενδιαίτημα, στην ακροτελεύτια αρχιτεκτονική κόγχη του συνολικού κτηρίου, της έδιναν την δυνατότητα
να εμφανίζουν σε μια οθόνη στο στενόχωρο και υπέρθερμο γραφείο μου την
κατάσταση του δρόμου. Η κουκουβάγια μου ήταν σ’ ένα σπάνιο είδος και μπορούσε λες και ασπόνδυλη
και άνευρη να γυρίζει το λαιμό της κατά το δοκούν μέχρι 360 μοίρες. Κι αυτός ο
ισόβιος φόβος μου για τον κόσμο, πόσες φορές δεν πατούσα με την βοήθεια της
αγαπημένης μητέρας μου τα βήματα μου! Το πρώτο ξύπνημα στον σύγχρονο κόσμο,
πόσο επώδυνο για έναν σαν κι εμένα.