η αναπόληση της πατρικής μορφής.
Σίδερα και καθόλου χώματα. Αυτός ο κόσμος έχασε την μνήμη της προέλευσης του. Γενικότερα τη μνήμη του. Κι αφού δεν έχει μνήμη δεν μαθαίνει ποτέ. Πορεύεται αενάως προς το κακό και αυτό πραγματώνει στις εκδηλώσεις του… Κι εγώ ρέπω αρκετές φορές προς το κακό αλλά θυμάμαι πάντα την μορφή του πατέρα μου, φάντασμα που υποτονθορύζει μέσα στα όνειρα μου και πάντα λέει , «τα κέρδισα όλα με το σταυρό στο χέρι», έτσι πράττω κι εγώ. Γι’ αυτό έμεινα παρίας. Ο Εμμανουήλ, ο Χριστός του πάλαι ποτέ, έζησε για σαράντα μέρες στα χώματα ακούγοντας τους εκστατικούς τριγμούς του κοσμικού δερβίση μας: της Γης. Αυτός ο ήχος του έδωσε το μέτρο, την αρμονία, την ολιγάρκεια…όλα τα απαυγάσματα. Μια φορά που είχα βρεθεί στο ιπτάμενο ταξί ενός μύστη, εκείνος μου είπε , «οι σοφοί ξέρουν πως όσοι αποκαλύπτουν την αλήθεια στους λαούς, δολοφονούνται». Μια πρόρρηση για την ζωή μου του παρία. Με αναγνώρισε στο βλέμμα. Μόλις τελειώσω αυτό το κείμενο θα περιμένω τη σειρά μου. Μόνο χαρμάνια σαν του δικού μου του μυαλού μπορούν να δώσουν φωνές και μορφές προγόνων, βγαλμένες από παλιοσίδερα, προς τον κόσμο. Τούτο το κείμενο ας είναι ο εγερσίνεκρος ήχος για όσους ζωντανούς νεκρούς τύχει και το κοιτάξουν. Αν δεν υπάρχει μνήμη, δεν υπάρχει ελπίδα