παιδική ηλικία σε στενό χώρο.
Μια καγκελόπορτα που οδηγεί σ’ ένα μικρό
υπόγειο αφού κατέβεις 4 με 5 σκαλοπάτια και βγάζει σε μια μικροσκοπική πόρτα.
Ίσα που χωράει ένας νάνος για να περάσει το κατώφλι της. Σ’ αυτό που εικάζω πως είναι η αυλή
βρίσκονται μια εξίσου λιλιπούτεια πτυσσόμενη σκάλα, δυο αθλητικές μπάλες, ένα
μπιτόνι-πιθανόν για κάποια καύσιμη ύλη, κάτι βαράκια και μερικά αδιευκρίνιστης
ταυτότητας αντικείμενα. Οι καθοδικές ατραποί αυτού του άλμπουμ κυρίως
τρομακτικές. Ποιος να ασφυκτιά τώρα σ’ αυτόν τον περίκλειστο χώρο. Ποιός να ζει
απομονωμένος εκεί, απομακρυσμένος απ’ τα γνωστά του δικού μας κόσμου των
μεγάλων διαστάσεων. Δεν θα ‘ θελα να ξέρω τί γίνεται εκεί μέσα. Είναι κι άλλα
δυο τέτοια υπόγεια. Που μοιάζουν έτσι που είναι αρχιτεκτονικά με κρύπτες
ασύδοτων ζωών ή παράξενων λατρειών. Το
ένα είναι μάλλον λεβητοστάσιο. Μέσα του θα ‘χει υλικά σαν πνεύμονες που
έχουν αρρωστήσει κι αναπαράγουν θορυβώδεις αναπνοές. Όπως του
αρειμάνιου καπνιστή όταν περάσει
δίπλα σου. Ακούω τώρα -πρωί- τις δικές μας αποθήκες αερίου να ξεφυσάνε σαν
δράκοι. Να θορυβούν λες και είναι τίποτα ασκοί γεμάτοι με ιδιότυπους
ανέμους.