μετά τη βροχή.
μετά τη βροχή.
Οι άνεμοι κόπασαν με την σαρωτική νίκη του μεσουρανούντος ηλίου. Ένας
νέος άντρας βγήκε τη βόλτα του με τα
θαλασσί του μάτια μαρμαίροντα. Και ήταν αυτός που έφερε τη βελτίωση του καιρού
γιατί είχε στο χρώμα των ματιών του πασίδηλη αυτή την αποστολή του. Από κάποιο
τάγμα αγγέλων ξετρύπωσε για ν’ αγλαΐσει τον θεό του. Δεν είχα ξαναδεί πουθενά
τόσο κορεσμένα σε φως γαλάζια μάτια. Ο κολλητός μου και αόρατος ποιητής Ανδρέας
Χατζηνικολάου μου θύμισε εκείνη τη φράση του Περικλή Γιαννόπουλου, ταιριαστή
για τα μάτια του νέου, «Και το αιθέριον αυτό Κυανούν διέρχεται όλων των τόνων,
όλην την κλίμακα των δυνάμεων…, μέχρι των ασυλληπτοτάτων γαλανοτήτων ηλιορρύτου
οφθαλμικής κόρης γάτας». Και ήταν αυτά
τα μάτια που διέχυσαν το φως και το θάλπος στους στενοχωρημένους ανθρώπους.