γυναίκα με ομπρέλα.
Γυναίκα με ομπρέλα.
Έπιασε μια βροχή και το αντιλήφθηκα σαν εξαπίνης, με τον τρόπο που το αστραπόβροντο με ξαφνιάζει πάντα ευχάριστα. Το κατάλαβα αφού βγήκα με την φωτογραφική μου μηχανή απ’ την πολυκατοικία στην οποία διάγω τον μοναστικό μου βίο. Ο απομονωτισμός επιβάλλεται ως τρόπος ζωής για κάθε δημιουργό που σέβεται τον εαυτό του. Ξεκίνησα τη δουλειά μες στα νερά. Απαθανάτιζα τοπία και ανθρώπους, έπειτα κάλυπτα την κάμερα μέσα στο ξεχειλωμένο μπουφάν μου και πάλι απ’ την αρχή. Στην πλατεία η βροχή δυνάμωσε σε νεροποντή και αποφάσισα να κάτσω σ’ ένα καφέ -καλός προμαχώνας για να επιτίθεμαι με το φακό μου όντας στην άμυνα της αορατότητας. Ήθελα το νερό να νοτίσει και έως να περιβρέξει τούτο το κείμενο και το άλμπουμ. Όλοι οι πεζοπόροι με τις ομπρέλες τους, άλλοι με αδιάβροχες ολόσωμες φόρμες και άλλοι φασκιωμένοι για να μείνουν στεγνοί στο δέρμα τους. Μορφές υπέροχες περνούσαν από μπροστά μου και δεν είχα πάντα την δεξιοτεχνία και τα αντανακλαστικά να εγκιβωτίσω το είδωλο τους στην ψηφιακή μου εικονοποιία. Αυτή η εβδομάδα θα είναι όλη αφιερωμένη στους ανθρώπους και την κακοκαιρία. Κάποιος απ’ το διπλανό τραπέζι είπε πιο σωστά, «ευκαιρία για ρεμβασμό». Γιατί η βροχή και τα συνοδευτικά της φαινόμενα είναι η μουσική του σύμπαντος, τί άλλο θα μπορούσε να είναι; Στους νερόλακκους στα χώματα έβλεπα τους ομόκεντρους κύκλους που άφηναν οι υδάτινες ριπές. Η κρυφή αρμονία της ουράνιας γεωμετρίας. Μια τελειότητα που ξεπερνάει τον άνθρωπο όσο εξαντλητικοί και να είναι οι φυσικοί νόμοι που έχει ανακαλύψει. Πάντα κοιτάζω αποσβολωμένος τη βροχή. Σαν η ενατένιση της να είναι άσκηση διαλογισμού. Ταυτίζομαι με τον «σάλαγο» της. Με τα ψιθυρίσματα της, ουρανόπεμπτα ακατάληπτα λόγια ανώτερων οντοτήτων απ’ τον άνθρωπο. Νιώθω έναν αδερφό στις συγκεχυμένες καμπύλες τροχιές των σταλαγματιών της, ανταριάζει αυτή και κάνει παρέα στο ανταριασμένο μέσα μου. Η βιάση της και η βία της είναι σαν τις δικές μου. Ακίνδυνες. Η βροχή είναι αδερφή μου. Εμείς οι δυο τα λέμε καλύτερα απ’ οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο ή πράγμα έχω συναντήσει. Εγώ της τα λέω με ανάσες, με βλέμματα εκρηξιγενή, με δάκρυα και με αποστομώσεις. Εκείνη μου τα λέει απερινόητα ή είναι αντιφατική η λαλιά της. Και τα δυο προσπελάσιμα. Όπως καταλαβαίνεις κάτι και μένεις βουβός όταν σε ρωτάνε τί κατάλαβες.
Κι έτσι κάπως φωτογράφισα τους ομόκεντρους
κύκλους της και τις ομπρέλες της. Βγήκαν και κάποιες με τα χρώματα του ουράνιου
τόξου, σαν χειμωνιάτικα σύμβολα της
ΛΟΑΤΚΙ+ εμπειρίας. Φαίνονται πολλές ομπρέλες σ’ αυτό το άλμπουμ. Άλλες σαν
στιλιστικό αξεσουάρ, άλλες τοποθετημένες σαν καλύπτρες για όλο το σώμα. Δεν
βλέπεις τίποτα παρά πόδια σε μια απ’ τις φωτογραφίες μου. Κάποιοι ήταν
χαρούμενοι και έπαιζαν μ’ αυτές. Κάποιοι άλλοι με τσακισμένες, αγορασμένες
πέντε Ευρώ από κάποιο Πακιστανό πραγματευτή.