Ανάθημα.
Μια φωτογραφία ανάθημα σε μια Κώα μούσα μου. Ένα σκισμένο βίαια δέντρο,
ένα παράθυρο με τραύματα πληγές και παλουκωμένο άγρια με μικρές ξύλινες
σανίδες, ένα μακελεμένο ρολόι που μετρούσε κάποτε την κατανάλωση ηλεκτρικού
ρεύματος. Σαν τότε που σ’ έσκισε στα δύο ο πικρόχολος γονέας σου. Και σε άφησαν
έρημη αυτοί που σε διέβαλλαν. Κι ας υπήρξες και μόνο ως σπουδαία. Κι εσύ
χαμήλωνες το βλέμμα σου πιο κάτω και απ’ την ύπαρξη. Σου είπαν πως ήσουν
μάγισσα, ότι ήσουν τρελή και χασομέρισσα. Σε έμαθαν να ανασαίνεις βαριά την
ανυπαρξία με την οποία σε τιμώρησαν γλυκιά αναρχική μου. Πεζοπορείς στην Κω σαν ανεκλάλητη οδύνη. Μια γυναίκα χωρίς ακροατήριο και χωρίς απευθύνσεις και
ρήματα πια. Σε όλα μόνη σου.