Έβλεπα το ηλιοβασίλεμα πάνω στο παράθυρο του ρετιρέ απέναντι απ’ το διαμέρισμά μου.
Έβλεπα το ηλιοβασίλεμα πάνω στο παράθυρο του ρετιρέ απέναντι απ’ το
διαμέρισμά μου. Ήταν ο μόνος τρόπος για να το δω. Τυπωμένο στο γυαλί έπειτα από
φρυκτωρίες άλλων αντικατοπτρισμών. Για να υπάρχει το είδωλο υπάρχει και ο
ήλιος. Άκουγα σαν ρόχθο θαλάσσης την
βουή απ’ την μακρινή λεωφόρο Συγγρού. Ο ουρανός ήταν άορνος, και φλεγόμενος,
κάτι περιστέρια που είχαν ξεχάσει να πετάνε βρώμικα από πίσσα και βοθρολύματα.
Και τ’ αστέρια πια τα έβλεπα μόνο στις έναστρες νύχτες του Βαν Γκογκ. Ενώ τον
άνεμο τον έβρισκα ψηφιακό μέσα σε μια απ’ τις πιο δεκτικές ζωγραφικές που
είδα ποτέ: Ο Μοναχός πλάι στην Θάλασσα, του ανυπέρβλητου Κασπάρ… Το χώμα
έμοιαζε να ‘χει χαθεί. Αν ήθελες, λέμε τώρα, να το φιλήσεις έπρεπε να αγοράσεις
από κάποιον μικροπωλητή.