Ο Ρεμπώ στην ποιητική του σύνθεση Μια Εποχή στην Κόλαση, «κάποτε έβαλα την ομορφιά στα πόδια μου και την βρήκα πικρή», είχε γράψει.

Ο Ρεμπώ στην ποιητική του σύνθεση Μια Εποχή στην Κόλαση, «κάποτε έβαλα την ομορφιά στα πόδια μου και την βρήκα πικρή», είχε γράψει. Έτσι και τα νεραϊδίσια, αραχνοΰφαντα  αυτά φορέματα ή νυφικά μου έδειξαν τί είναι όμορφο, ειδικά αυτό (το νυφικό) που έσκαγε πάνω του -σαν εκκωφαντικός ρόχθος- το φως. Πόσο αντέχει στο χρόνο το αντάμωμα  του ανθρώπου με το  όμορφο; Ο άνθρωπος κάθε μέρα αποχωρίζεται κάτι όμορφο. Γιατί η ομορφιά όσο μακροχρόνια κι αν στέκεται αντίκρυ μας ή δίπλα μας,  είναι πάντοτε μετρημένη και ταχεία στο δόσιμό της.  Μετά οι άνθρωποι στρέφονται μέσα τους… και οι εκπλήξεις, ίσα που τις προλαβαίνουν, μες σ’ έναν βλεφαρισμό. Οι άνθρωποι χάνονται μέσα στην σκέψη τους, η πυκνοκατοικημένη Καλλιθέα διδάσκει εσωστρέφεια, οποιαδήποτε πόλη χωρίς ανοιχτωσιά  δεν μπορεί να εμπνεύσει άλλο από Χειμώνα, Φθινόπωρο, σύθαμπο, σκοτία. Κάποιοι από εσάς, έκπτωτοι άγγελοι, με επίγνωση της πτώσης σας, δεν αντέχετε την ομορφιά γιατί είναι  σκίρτημα αναθύμησης πως κάποτε την είχατε. Αποφεύγετε το όμορφο και σας παρηγορεί η σαγήνη του παρηκμασμένου. Κοιμίζει το memento mori.  Η ομορφιά σας πικραίνει αλλά η σκοτεινή μαγεία σας γοητεύει. Γι’ αυτό κι απ’ αυτή την βιτρίνα στην φωτογραφία ξεμένετε με την προοπτική τα νυφικά να φορεθούν σε νεκρές ανύπαντρες κόρες σε μια κηδεία σ’ ένα χωριό.  Η παρακμή σας φαίνεται γλυκιά γιατί μοιάζει  στοργική και ίδια με  την πτώση σας. 

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία