γάτα.
Μια γάτα στην ακροτελεύτια πέτρα
στην κορυφή μιας πολυκατοικίας. Το βλέμμα της προσηλωμένο κάπου ανάμεσα στην
μέση του κενού διαστήματος μέχρι τον απέναντι τοίχο. Λες κι εκεί πέρα υπήρχε το
απόκρυφο, το άυλο, το φασματικό. Είδα την γάτα και προσπάθησα απονενοημένα
να αισθανθώ αυτό που για το οικόσιτο
ήταν πασιφανές. Δεν ένιωσα κάτι, από όραση και ακοή , αυτές οι δυο μικρές αισθήσεις του ανθρώπου με απέτρεψαν να
έχω αίσθηση. Ψευδαισθήσεις είχα για όλους αυτούς τους θρύλος που περιβάλουν το
ζωικό είδος της γάτας. Ότι μπορούν και με κάποιο ανεξιχνίαστο τρόπο έρχονται σε
επαφή με το άδηλο. Είναι τότε που αγριεύουν ξαφνικά, που αναριγούνε από τρόμο,
που ηρεμούν σαν υπνωτισμένες. Το πιο παράξενο ήταν πως αυτή η γάτα μια δυο
φορές έστρεψε το λαιμό της και το βλέμμα της προς το διαμέρισμά μου.