Χώμα και δέντρα.
Αυτή η γυναίκα ήταν χώμα και δέντρα
και ικμάδα και βρεγμένο ξύλο και ο άντρας της ήταν βράχια ελληνικά και ήταν
Κρήτη και Μάνη και Κύπρος και Κως. Θυμάμαι
την δική μου Κω. Τα χωράφια της και τα λιβάδια της και τα ωραία της φυσικά
κοσμήματα. Την αγριάδα στις πέτρες των κάστρων της. Την ηρεμία μου στον ίσκιο
των κυπαρισσιών στο αρχαίο Ασκληπιείο της. Θυμάμαι τις γυναίκες της Κω να μαζεύουν χόρτα,
κάπαρες και φυτίλια και τσουκνίδες θεραπευτικές. Θυμάμαι τα ξέγνοιαστα,
ξυπόλητα παιδικά μας χρόνια καλοκαίρι στην πλατεία Διαγόρα της. Θυμάμαι
τους νέους άντρες να στήνουν ξόβεργες στους καλαμιώνες της. Τις παιδικές χαρές
της που παίζαμε εφτάπετρο και έβγαιναν οι
μητέρες και μας φώναζαν απ’ τα μπαλκόνι για να γυρίσουμε επιτέλους σπίτι. Αναπολώ τις
εξερευνήσεις που κάναμε στο βουνό της του Δικαίου και τα κακοτράχαλα δάση που ήταν η
μαγεία που φιλοξενούσε στις πλαγιές του. Θυμάμαι που ακόμη και σήμερα όταν η βροχή βρέχει τό ιερό της χώμα μυρίζει ξύλο και δροσιά και χλωρίδα. Θυμάμαι
τον φλοίσβο της απ’ τα μικρά της κύματα
και εκεί τις ακτές της που θέλω να
γυρίσω και να με θάψουν.