Ομπρέλες.

Δεν ξέρω τί είναι αυτό που κάνει τις ομπρέλες για προστασία απ’ τον ήλιο τόσο κομψές. Ίσως το γεγονός ότι με αυταρέσκεια τις κρατάνε γυναικεία κρινοδάχτυλα.  Ο άνθρωπος οφείλει να κάνει την ζωή του μια αλυσίδα από βιώματα που όλα μαζί συνεπικουρούν στο συλλογικό όνειρο για μια καλύτερη και πιο όμορφη ποιότητα ζωής. Η μέγιστη τέχνη είναι η  προσωπική ιστορία που έχει κανείς να αφηγηθεί να είναι μια γενναιόδωρη χειραψία με την ανθρωπιά. Τα υπόλοιπα είναι τόσο δευτερεύοντα όσο η φόρτιση της φράσης «να είχαμε να λέγαμε». Μου λέει η άλλη με μια ματαιοδοξία σηπόμενου άδειου εσωτερικού κόσμο, «είμαι μεγάλη συγγραφέας». Τί να το κάνεις κουκλίτσα μου αυτό όταν σαν άνθρωπος έχεις αποτύχει παταγωδώς. Άντε τράβα στην αντίπερα όχθη μήπως και βρεθείς καμένη ανάμεσα στους ομότεχνους που απλά η βιογραφία τους είναι τόσο σύντομη όσο και η πρόταση , «υπήρξαν σε όλη τους τη ζωή φιλάργυροι, κόλακες και θύτες». Γράφω γι’ αυτή την φωτογραφία μου με την νεαρή Κινέζα με την ομπρέλα και αποζητώ να την θυμάστε και καθόλου εμένα μέσω αυτής. Αυτήν την ομορφιά προσπαθώ να διασώσω, όχι το όνομα μου. Αυτό -το όνομα μου- δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας οδοδείκτης. Γιατί ανάμεσα στα δικά μου καμώματα υπάρχουν κάποια για τα οποία νιώθω οργωμένος από περιστατικά ευτέλειας. Ματαίως οργωμένος. Η γη μου είναι στέρφα. 

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία