Θωμάς 5.
Ήταν εκεί δίπλα που κάθομαι και
είμαστε μοναχικοί άνθρωποι που μας φόρεσαν τραύματα και κυκλοφορούμε στην
πλατεία κρύβοντάς τα πίσω από κίβδηλη
εξωστρέφεια. Τα καλύτερα παιδιά έχουν ψυχολογικά, λέει ένα γνωστό γκράφιτι
στους δρόμους της Αθήνας και αυτή είναι και η πρώτη σειρά, το πρώτο τάγμα θνητών αγγέλων που κάθονται στο κορυφαίο
σκαλοπάτι μόλις βγεις απ’ το μετρό του Μοναστηρακίου. Είναι τα καθίσματα, αυτό
το σκαλοπάτι, οι θρόνοι των περίκλειστων
ανθρώπων που δεν το βάζουν κάτω αν και στοιχειωμένοι από αλλοτινές ζωές θύμησες
πεθαμένων. Κάθε κουβέντα μου με κάποιο διπλανό μου ανοίγει μια ελπίδα σαν
τρεμόπαιγμα κάποιου σωτήριου βιώματος. Ο άνθρωπος της φωτογραφίας, ένας
θαυματοποιός, ένας κοσμικός άγιος, πολύ πιο άγιος απ’ τους επίσημους αγίους των
θρησκειών, μιλούσε μια γλώσσα σαν μεταγλώσσα σαν να υπήρχε ήδη μέσα του η γνώση
από μελλοντική εποχή. Ήθελε να με σώσει και ζήτησε να μου γράψει κάτι. Του έδωσα
το σημειωματάριο διακοσμημένο με έργα του Βαν Γκογκ κι αυτός μου έγραψε ό,τι
βλέπετε στην δεύτερη φωτογραφία. Αυτήν με τα χωρία απ’ την Βίβλο. Αυτοί είναι οι άγιοι της μετανεωτερικότητας κι
εγώ σας δίνω το εικονοστάσιό τους. Όταν σηκώθηκα όρθιος ό φίλος μου ύψωσε τις
παλάμες του μέχρι σχετικά κοντά στο σώμα μου. Η φωτιά τους (των χεριών του)
μέρες μετά ακοίμητη φλόγα θαλπωρής εντός μου. Όταν τον ξαναείδα συνέχισε το
παραλήρημα του με επαναλαμβανόμενες αναφορές στην βιολογία, τα διαγαλαξιακά
ταξίδια, τον χωροχρόνο. Όταν σηκωνόταν ψηλός και λαβωμένος έμοιαζε να είναι ο
πιο όμορφος άντρας στο Μοναστηράκι. Νοιαζόμουν για τον Θωμά – το όνομά του- και
αν και δεν καταλάβαινα πολλά απ’ αυτήν την μεταγλώσσα που χρησιμοποιούσε,
καθόμουν πάντα για μια ώρα δίπλα του σαν πρόθυμο αυτί για να εισακουστεί ενώ
ποτέ δεν είχε- το ήξερα- κάποιον να συζητήσει.
Πολύ συχνές οι αναφορές του στα
χέρια του, τις κινήσεις τους και τις θαυματουργικές τους ιδιότητες. Μου έλεγε
εκείνη την μέρα που ο ουρανός στην Αθήνα είχε γίνει κατακόκκινος σαν αιμάσσον
φανέρωμα του Εωσφόρου , δεν τον επηρέαζε
τόσο αυτή η ατμοσφαιρική αλλαγή, του εξήγησα πως ήταν άμμος απ’ τις ερήμους της
Βόρειας Αφρικής, εκείνος έκανε κόλπα απ’ τα χέρια του για να ανοίξει πύλες στα
μάρμαρα της σκάλας που καθόμασταν.