Ρονέλα.

Ρονέλα, τρανς γυναίκα με ψηλοτάκουνες γόβες και ελάχιστο ύφασμα για να καλύπτει κυρίως τις ερωτογενείς της ζώνες. Λικνιζόταν στο κέντρο της πλατείας Μοναστηρακίου κάποιον χορό της κοιλιάς, σαν ολότελα χαμένη, σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Θυμήθηκα τον ψυχίατρο μου και ένιωσα εξαιρετικά προνομιούχος. Περισυνέλλεξα την ναυαγισμένη της ύπαρξη απ’ το εξαγριωμένο πλήθος των τσιγγάνων. Το επιχείρημά μου ήταν η τρομακτική απόπειρα λιντσαρίσματος των δυο non binary ατόμων πριν λίγες μέρες στην πλατεία Αριστοτέλους στην Θεσσαλονίκη. Η Ρονέλα με άκουσε κάτι σαν στιγμιαία μνήμη μέσα της  κόρωσε σ’ έκλαμψη απόγνωσης πως πρέπει να μ’ ακολουθήσει. Κάτσαμε μπροστά στο σταθμό μετρό της περιοχής και αρχίσαμε να μιλάμε. Εκείνη σαν βαρύθυμο κουρασμένο στόμα, ντροπαλή είκοσι τριών χρονών, χαμηλόφωνα ακουγόταν ένας ψίθυρος και πλησίαζα το αυτί μου ν’ ακούσω, μινυρισμό δομημένο με τα νοήματα κάποιου συγκλονιστικού μανιφέστου. Μου έλεγε και τα όνειρα της ,τα ξεφυσούσε μέσα στα χυδαία και περίεργα μάτια των περαστικών πάνω της. Κάτι για χορό, για ηθοποιία, εγώ  άκουγα για τα όνειρα της και μπήγονταν μαχαίρια στην καρδιά μου. Εκείνη τα έφτυνε για να τα ξεχάσει. Φόρεσα το ατσαλένιο και άγριο βλέμμα μου, το μερικές φορές έως και θανατηφόρο. Όποια παρέα πέρασε και την έβρισε τις τρεις ώρες που ήμασταν μαζί την κατεδίωξα. Φοβόταν όμως με ένα περιστατικό και πήρε τηλέφωνο την αστυνομία. Φαντάσου να έμπαινε αυτή σε κλούβα με ΜΑΤ, είπε ένας συνάδελφος σ’ έναν άλλο. 

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία