ένα ποτάμι από πράσινο.

Βρήκα το πιο ρημαγμένο κατάλοιπο κτηρίου σε μια δεύτερη οδοιπορία μου πέρα απ’ τα γεωγραφικά όρια της Αγίας Μαρίνας. Μέσα απ’ τα πιο θρυμματισμένα παράθυρα που είδα σε εγκατάλειψη, εισέρρεαν στον εναπομείναντα σκελετό του ρημαδιακού κλαδιά μιας άγνωστης σ’ εμένα καταπράσινης βλάστησης. Με την ίδια ορμή που ο χείμαρρος ροβολάει στην κοίτη του, με ίδιας έντασης  έρωτα η βλάστηση αποζητά το γκρεμισμένο, σαν για  να το νεκροστολίσει και να το νεκροφιλήσει στη αργή διαδρομή του προς τα υπόγεια και από κει ενδεχομένως στη συλλογή τους με απολιθώματα.  Απαθανάτισα αυτό το κόσμημα «παρατεταμένου επιθανάτιου ρόγχου» σε τέσσερεις  φωτογραφίες.

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία