ασκητικές.

Ερχόταν και ερχόταν ο πόνος. Αυτή την φορά με την μορφή γυναίκας. Ο πόνος μου, ο πόνος σου , οι πόνοι μας. Συναντάμε τον πόνο κάθε μέρα και δεν τον αναγνωρίζουμε. Δεν είναι τόσο εξόφθαλμος όσο σ’ αυτή την γυναίκα. Μασκαρεύεται γιατί πιέζει ο κόσμος να μην φαίνονται τα άλγη μας. Βγες μακριά απ’ τους ανθρώπους που δεν δέχονται την αλήθεια σου. Μπορείς να με βοηθήσεις και τότε η χαριτωμένη λάμψη στα μάτια μου θα σου επιστρέψει διπλάσια απ’ την δική μου χαρά. Στο Μοναστηράκι ονειρεύομαι πως είμαι ένας πλούσιος και ότι φτιάχνω ένα ίδρυμα για να χωρέσει όλους τους πιο όμορφους της πλατείας. Μια φορά μίλησα σ’ εκείνον τον άντρα που είχα απαθανατίσει να πίνει σαν βάλσαμο για όλα τα κακά τον αχνιστό καφέ του. Είχε πενήντα λέξεις όλες κι όλες, όσες και οι ανάγκες του για να επιβιώσει και να απολαύσει κατά το μέτρο του δυνατού. Τίποτε άλλο δεν ήξερε. Καλός από ένστικτο. Ή δεν ξέρω κι εγώ από τί. Συνήθως οι άνθρωποι ό,τι δεν ξέρουν το μισούν και το κοιτάνε με αποτροπιασμό. 

Με ενδιαφέρει η φωτογραφία